Το όλο θέμα με τον πιθανό, αλλά ακόμα απροσδιόριστο, αριθμό
«επίορκων» δημοσίων υπαλλήλων, πέρα βέβαια από το ερώτημα γιατί
ανακινείται όχι με δική μας πρωτοβουλία αλλά υπό την πίεση της Τρόικα
για μικρότερο κράτος, προκαλεί ιδιαίτερη κατάθλιψη. Και τούτο διότι
αλλιώς «ξεκινούσαμε» ως νεοσύστατο ελληνικό κράτος...
Πράγματι, όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, μετά την εκλογή του από την Συνέλευση της Τροιζήνας (τον Μάρτιο του 1827) αποβιβάσθηκε (τον Ιανουάριο του 1828) ως κυβερνήτης στο Ναύπλιο για να καταστήσει πρώτη πρωτεύουσα του κράτους την Αίγινα, έθεσε ως κυρίαρχο μέλημα του την ορθή και ευέλικτη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης: Ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων περιορίσθηκε στους «μάλιστα αναγκαιοτάτους» στελεχώνοντας μόλις επτά (7) υπουργεία τα οποία επανδρώθηκαν με έντεκα (11) αρχιγραμματείς (υπάλληλοι) και ένα γενικό γραμματέα (βλέπε τις αναφορές στο εξαιρετικό βιβλίο του Νικόλαου Σοϊλεντάκη «Δυστυχώς Επτωχεύσαμεν»). Άραγε, υπό το άγρυπνο βλέμμα του Καποδίστρια (ο οποίος εργαζόταν από τις 5 τα ξημερώματα μέχρι αργά το βράδυ), υπήρχε πιθανότητα κάποιος από τους ως άνω υπαλλήλους να κρινόταν «επίορκος», ή αν αυτό συνέβαινε, να μην οδηγείτο πάραυτα σε απόλυση;
‘Οπως και σήμερα, έτσι και το 1829, η οικονομική κατάσταση του κράτους ήταν δυχερέστατη. Γνωρίζοντας όμως, σε αντίθεση με πλείστους όσους έλληνες πολιτικούς του σήμερα, ότι η πολιτική των οικονομιών αποτελεί τον μέγιστο φόρο, ο Καποδίστριας εφάρμοσε λιτότητα στη Δημόσια Διοίκηση αποφεύγοντας την εύκολη λύση της ανεξέλεγκτης αύξησης των φόρων. Αυτά έχουν βέβαια βαρύνουσα σημασία σήμερα καθώς, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ, ο ΦΠΑ στην Ελλάδα ευρισκόμενος στο 23%, υπερβαίνει κατά πολύ το 18% στην Ισπανία, το 19% στην Γερμανία, το 19,6% στη Γαλλία, και τον μέσο όρο του 18,7% στις χώρες του ΟΟΣΑ. Επιπλέον, ο χωρίς οικογενειακά βάρη στην Ελλάδα καλείται να πληρώσει φόρους (φόρος εισοδήματος συν εισφορές μισθωτού και εργοδοσίας) οι οποίοι αντιστοιχούσαν (το 2011, έτος κατά το οποίο διαθέσιμα στοιχεία υπάρχουν) στο 38% του συνολικού εργατικού κόστους σε αντίθεση με το 35,3% στο σύνολο του ΟΟΣΑ. Αμφιβάλλει κανείς ότι το 38% έχει αυξηθεί περαιτέρω μετά τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιδρομές οι οποίες μειώνουν συνεχώς το διαθέσιμο εισόδημα και βαθαίνουν την ήδη οξεία ύφεση;
Καθώς λοιπόν η επίσκεψη της Τρόικα βρίσκεται σε εξέλιξη, καλό θα ήταν να θέσουμε διεξοδικά το θέμα της μείωσης των φόρων μήπως και κινηθεί επιτέλους η πραγματική οικονομία. Επειδή όμως πολλοί τα «ρίχνουν» στην Τρόικα και επθυμούν την έξωση της από την Ελλάδα (χωρίς να παραγνωρίζουμε βέβαια ότι και η Τρόικα δεν έχει προβεί σε αλλεπάλληλες οικονομικές αστοχίες) σημειώνουμε τα γραφόμενα του ιστορικού Ανδρέα Ανδρέαδη σύμφωνα με τα οποία, όταν σταμάτησαν οι χορηγίες των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Καποδίστριας βρέθηκε στην ανάγκη να «κατέλθη εις δημοσιονομικά επινοήματα ανάξια αυτού». Αυτό για όσους ευελπιστούν σε εύκολες λύσεις εαν απαλλαγούμε από την Τρόικα.
* Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο University of Liverpool
ΠηγήΠράγματι, όταν ο Ιωάννης Καποδίστριας, μετά την εκλογή του από την Συνέλευση της Τροιζήνας (τον Μάρτιο του 1827) αποβιβάσθηκε (τον Ιανουάριο του 1828) ως κυβερνήτης στο Ναύπλιο για να καταστήσει πρώτη πρωτεύουσα του κράτους την Αίγινα, έθεσε ως κυρίαρχο μέλημα του την ορθή και ευέλικτη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης: Ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων περιορίσθηκε στους «μάλιστα αναγκαιοτάτους» στελεχώνοντας μόλις επτά (7) υπουργεία τα οποία επανδρώθηκαν με έντεκα (11) αρχιγραμματείς (υπάλληλοι) και ένα γενικό γραμματέα (βλέπε τις αναφορές στο εξαιρετικό βιβλίο του Νικόλαου Σοϊλεντάκη «Δυστυχώς Επτωχεύσαμεν»). Άραγε, υπό το άγρυπνο βλέμμα του Καποδίστρια (ο οποίος εργαζόταν από τις 5 τα ξημερώματα μέχρι αργά το βράδυ), υπήρχε πιθανότητα κάποιος από τους ως άνω υπαλλήλους να κρινόταν «επίορκος», ή αν αυτό συνέβαινε, να μην οδηγείτο πάραυτα σε απόλυση;
‘Οπως και σήμερα, έτσι και το 1829, η οικονομική κατάσταση του κράτους ήταν δυχερέστατη. Γνωρίζοντας όμως, σε αντίθεση με πλείστους όσους έλληνες πολιτικούς του σήμερα, ότι η πολιτική των οικονομιών αποτελεί τον μέγιστο φόρο, ο Καποδίστριας εφάρμοσε λιτότητα στη Δημόσια Διοίκηση αποφεύγοντας την εύκολη λύση της ανεξέλεγκτης αύξησης των φόρων. Αυτά έχουν βέβαια βαρύνουσα σημασία σήμερα καθώς, σύμφωνα με τη βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ, ο ΦΠΑ στην Ελλάδα ευρισκόμενος στο 23%, υπερβαίνει κατά πολύ το 18% στην Ισπανία, το 19% στην Γερμανία, το 19,6% στη Γαλλία, και τον μέσο όρο του 18,7% στις χώρες του ΟΟΣΑ. Επιπλέον, ο χωρίς οικογενειακά βάρη στην Ελλάδα καλείται να πληρώσει φόρους (φόρος εισοδήματος συν εισφορές μισθωτού και εργοδοσίας) οι οποίοι αντιστοιχούσαν (το 2011, έτος κατά το οποίο διαθέσιμα στοιχεία υπάρχουν) στο 38% του συνολικού εργατικού κόστους σε αντίθεση με το 35,3% στο σύνολο του ΟΟΣΑ. Αμφιβάλλει κανείς ότι το 38% έχει αυξηθεί περαιτέρω μετά τις αλλεπάλληλες φορολογικές επιδρομές οι οποίες μειώνουν συνεχώς το διαθέσιμο εισόδημα και βαθαίνουν την ήδη οξεία ύφεση;
Καθώς λοιπόν η επίσκεψη της Τρόικα βρίσκεται σε εξέλιξη, καλό θα ήταν να θέσουμε διεξοδικά το θέμα της μείωσης των φόρων μήπως και κινηθεί επιτέλους η πραγματική οικονομία. Επειδή όμως πολλοί τα «ρίχνουν» στην Τρόικα και επθυμούν την έξωση της από την Ελλάδα (χωρίς να παραγνωρίζουμε βέβαια ότι και η Τρόικα δεν έχει προβεί σε αλλεπάλληλες οικονομικές αστοχίες) σημειώνουμε τα γραφόμενα του ιστορικού Ανδρέα Ανδρέαδη σύμφωνα με τα οποία, όταν σταμάτησαν οι χορηγίες των Μεγάλων Δυνάμεων, ο Καποδίστριας βρέθηκε στην ανάγκη να «κατέλθη εις δημοσιονομικά επινοήματα ανάξια αυτού». Αυτό για όσους ευελπιστούν σε εύκολες λύσεις εαν απαλλαγούμε από την Τρόικα.
* Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής Χρηματοοικονομικών στο University of Liverpool
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε τι σκέπτεστε...