Όλοι μιλάμε για την φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή που συντελείται στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Σωστά, μιας και το πρόβλημα υπάρχει, αν και ορισμένοι από εμάς αμφισβητούν το μέγεθός του. Ας υποθέσουμε για χάρη της συζήτησης πως αυτή η φοροδιαφυγή είναι τεράστια. Να δεχτούμε ακόμη, πως οι περισσότεροι που δραστηριοποιούνται στον ιδιωτικό τομέα ασκούν άλλος λίγο άλλος πολύ, αυτό το άκρως αποδοτικό για τους ίδιους και καταστροφικό για την οικονομία «άθλημα»...
Ελάχιστοι όμως ασχολούνται με το ίδιο «ευγενές άθλημα», όταν αυτό συντελείται στις τάξεις των δημοσίων υπαλλήλων. Ας δούμε όσο πιο καλόπιστα γίνεται, τι συμβαίνει αλήθεια με εκείνους τους υπαλλήλους του κράτους, οι οποίοι προσπορίζονται με διάφορους τρόπους (συνήθως προς χάριν της δημοσιοϋπαλληλικής τους ιδιότητας), εισόδημα το οποίο είναι ντε φάκτο «κατάμαυρο».
Η μαύρη εργασία των δημοσίων υπαλλήλων
Ξεκινώντας, να παρατηρήσουμε ότι οποιαδήποτε μορφή εργασίας από δημόσιο υπάλληλο, εκτός από παράνομη (πλην εξαιρέσεων), ενισχύει την ήδη πολύ υψηλή ανεργία του ιδιωτικού τομέα, αφού κόβει θέσεις πραγματικής εργασίας. Εκτός αυτού, στερεί από τα ασφαλιστικά ταμεία ποσά ίσα με αυτά των εισφορών που θα κατετίθεντο αν στην ίδια θέση εργαζόταν ασφαλισμένος υπάλληλος, συμβάλλοντας στα ήδη τεράστια ελλείμματά τους. Αυτά τα ποσά που λείπουν από τα ασφαλιστικά ταμεία λόγω (και) της μαύρης (2ης) εργασίας δημοσίων υπαλλήλων, θα τα πληρώσουμε εν τέλει όλοι οι υπόλοιποι φορολογούμενοι πολίτες.
Εκτός αυτού, η αδήλωτη εργασία των δημοσίων υπαλλήλων, συνήθως ενέχεται από την φύση της σε ύποπτες και ανήθικες προσδοκίες, συναλλαγές και συμφωνίες κάτω από το τραπέζι (π.χ. εφοριακοί που κρατούν βιβλία αυτών που ελέγχουν, καθηγητές που κάνουν ιδιαίτερα σε μαθητές τους, κλπ).
Φορολογικά, η αδήλωτη εργασία των δημοσίων υπαλλήλων είναι φυσικό να μην προσφέρει το παραμικρό έσοδο. Όλα τα χρήματα που διακινούνται σε αυτόν τον τομέα της παραοικονομίας, είναι «μαύρα» – κατράμι και φυσικά αφορολόγητα. Το φαινόμενο δυστυχώς δεν είναι περιορισμένο και ενδεικτικό αλλά τείνει να λάβει μορφή καταιγίδας. Ειδικά μετά το κόψιμο μισθών και επιδομάτων, ελάχιστοι είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι που θα αντιστέκονταν στον πειρασμό να συμπληρώσουν την «χασούρα» με αφορολόγητο εισόδημα έξτρα εργασίας.
Πολλοί λένε πως κάτι τέτοιο δεν είναι κατακριτέο, αφού οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιβιώσουν με τον μισθό τους. Παραβλέπουν έτσι αφενός πως αυτή η εργασία είναι παράνομη και προσφέρεται από ανθρώπους που έχοντας εξασφαλισμένη μονιμότητα στην εργασία τους, έχουν πάρει όρκο να υπηρετούν αποκλειστικά στην θέση τους, αφετέρου πως η ανεύρεση της 2ης παράνομης αυτής εργασίας δεν γίνεται σε συνθήκες ανταγωνισμού και επί «ίσοις όροις» με τους άλλους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα. Πράγματι, η προσφορά εργασίας σε ένα δημόσιο υπάλληλο, πολλές φορές αποβλέπει σε πολλαπλά και άνομα οφέλη για τον προσφέροντα. Αυτά ξεκινούν από απουσία (εκ των πραγμάτων) ασφαλιστικών εισφορών, περνάνε μέσα από παροχή προστασίας (αστυνομικοί, υπάλληλοι ΔΟΥ), αντιπαροχές (βαθμό οι καθηγητές, διευκολύνσεις οι μηχανικοί και οι υπάλληλοι ΔΕΗ), εσωτερική και επιλεκτική ενημέρωση λόγω θέσεων – κλειδιά σε κρίσιμες υπηρεσίες (ΣΔΟΕ, Πολεοδομίες, Δήμοι, κλπ) και καταλήγουν σε άμεσους και έμμεσους εκβιασμούς, «τακτοποιήσεις» υποθέσεων, κλείδωμα φακέλων σε «βαθιά» συρτάρια και άλλα πολλά.
Κάποιοι προτείνουν την φορολόγηση της 2ης εργασίας των δημοσίων υπαλλήλων με υψηλό συντελεστή, καθιστώντας την με αυτόν τον τρόπο νόμιμη και αποδεκτή. Δεν γνωρίζω για την νομοθεσία και το Σύνταγμα, όμως κάτι τέτοιο το βρίσκω εξαιρετικά οριακό από ηθικής απόψεως, ιδίως μάλιστα αν εξακολουθήσει να ισχύει ο θεσμός της μονιμότητας στο δημόσιο.
Άλλη μορφή απασχόλησης των δημοσίων υπαλλήλων που προσκρούει κυρίως στην ηθική και όχι στον φορολογικό νόμο, είναι το διαδεδομένο φαινόμενο της λειτουργίας καταστημάτων (ηλεκτρολογικό υλικό, φοροτεχνικά γραφεία, νομικές εταιρείες, ταβέρνες, καφετέριες και άλλα πολλά) από δημοσίους υπαλλήλους συνήθως στο όνομα συγγενικού προσώπου. Εδώ οι ενστάσεις αφορούν αρχικά την κατανομή του εργασιακού χρόνου.
Δεν μπορώ να φανταστώ την ποιότητα της εργασίας που προσφέρει στην υπηρεσία του και κατ’ επέκταση στον πολίτη, υπάλληλος του Δήμου ας πούμε που κάθε βράδυ ξενυχτάει ως τις 3 στην ταβέρνα ή στην καφετέρια που διευθύνει και την άλλη μέρα στις 7 το πρωί πρέπει να εργάζεται (κοιμώμενος;) στην υπηρεσία του στον Δήμο! Κατά δεύτερον, υποψιάζεται ο κάθε νομοταγής πολίτης (ίσως το έχει υποστεί κιόλας) την άνευ όρων και ορίων άγρα πελατών που λαμβάνει χώρα στην υπηρεσία του υπαλλήλου (ιδιαίτερα αν συμβαίνει να είναι κρίσιμη), με διάφορα ανταλλάγματα, υποσχέσεις και «διευκολύνσεις» που καταλύουν κάθε έννοια ισονομίας και ισοπολιτείας για τους πολίτες – πελάτες του συγκεκριμένου υπαλλήλου.
Τα μαύρα των μαύρων
Όπως λέμε τα «Άγια των Αγίων». Το «άγιο δισκοπότηρο» της φοροδιαφυγής στο δημόσιο. Μιλάμε για το ΓΡΗΓΟΡΟΣΗΜΟ, το ΛΑΔΙ, το ΦΑΚΕΛΑΚΙ, το ΜΠΑΞΙΣΙ, την ΜΙΖΑ, το ΠΟΣΟΣΤΟ, το ΠΑΚΕΤΟ, το ΔΩΡΑΚΙ, το ΦΙΛΟΔΩΡΗΜΑ, για όλα αυτά δηλαδή που «γρασάρουν», «λαδώνουν» και «γυαλίζουν» πολλά κρίσιμα γρανάζια της κρατικής μηχανής για να δουλέψει αυτή προς όφελος του ρέκτη «μηχανοτεχνίτη».
Πεδίον δόξης λαμπρό για την φοροδιαφυγή και η κυριότερη πηγή διακίνησης (πάρε – δώσε) μαύρου χρήματος στην πραγματική αγορά. Μία από τις «τρόμπες» που τρομπάριζε τόσες δεκαετίες αέρα στην φούσκα της ελληνικής κρίσης, μια ανοιχτή πυορροούσα πληγή για την οικονομία και την κοινωνία, ένα κακό σπυρί στα μαλακά μόρια του ελληνικού δοβλετιού. Μονάχα στον τομέα της υγείας υπολογίζονται οι μαύρες πληρωμές (φακελάκι, δωράκι, ταξιδάκι, κλπ), γύρω στο 30% (!) των συνολικών δαπανών. Μερικά δις ευρώ δηλαδή.
Προσθέστε τώρα εσείς Πολεοδομίες, Εφορίες, Τελωνεία, Τμήματα Συγκοινωνιών και δεκάδες άλλες «ευαγείς» υπηρεσίες που τα γρανάζια τους μένουν πεισματικά ακίνητα αν δεν γρασάρεις, αν δεν λαδώσεις, αν δεν γυαλίσεις και θα καταλάβετε για τι νούμερο μιλάμε. Όλα αυτά τα χρήματα, οδεύουν ανεξέλεγκτα και (κυρίως) αφορολόγητα, σε τσέπες δημόσιων λειτουργών που κατά τα άλλα έχουν ορκιστεί να υπηρετούν τον πολίτη, με μόνο αντίδωρο τον εκάστοτε μισθό τους!
Συμπεραίνουμε λοιπόν, πως η φοροδιαφυγή του ιδιωτικού τομέα, συμπληρώνεται και διαπλέκεται σε ένα αξεδιάλυτο και ανίερο σύμπλεγμα με αυτήν του δημόσιου τομέα. Δεν είμαι σίγουρος ποια είναι μεγαλύτερη αλλά έχω βάσιμες υποψίες πως βλάπτουν το ίδιο και οι δύο την οικονομία. Από ηθικής δε απόψεως, ρίχνουν και οι δύο νερό στον μύλο της διαφθοράς όλων των κοινωνικών κυττάρων, έχοντας ηγετική θέση στις αιτίες που οδήγησαν το κράτος στην σημερινή του κατάντια. Και οι δύο θα πρέπει να αντιμετωπισθούν αμέσως και αποφασιστικά.
Εκτιμώ πως ευκολότερο είναι αυτό για τον δημόσιο τομέα, όπου υπάρχουν τα εργαλεία (δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας, πειθαρχικά συμβούλια) και οι ποινές αν εφαρμοστούν, όντας σκληρές και μη αναστρέψιμες (απολύσεις επίορκων υπαλλήλων), μπορούν να φέρουν τάχιστα το ποθούμενο αποτέλεσμα. Στον ιδιωτικό τομέα, η αντιμετώπιση του φαινομένου είναι πιο σύνθετη και χρονοβόρα αλλά μπορεί να το περιορίσει στα όρια άλλων αναπτυγμένων χωρών. Και για τα δύο, απόλυτο ζητούμενο είναι η Πολιτική Βούληση και μια κυβέρνηση που θα θέλει και θα μπορεί να αλλάξει πράγματα, καταστάσεις, θεσμοθετημένες άνομες πρακτικές και εγκατεστημένες άρρωστες νοοτροπίες.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε τι σκέπτεστε...